ec

  • n.Χυδαίο οικονομικών
  • WebE-commerce (ηλεκτρονικό εμπόριο). Αιθυλοκυτταρίνη (Αιθυλοκυτταρίνη)? Αγωγιμότητας (ηλεκτρική αγωγιμότητα)
abbr.
1.
Ευρωπαϊκής Κοινότητας
2.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή