detect

Προφορά της λέξης:  US [dɪˈtekt] UK [dɪ'tekt]
  • v.Βρείτε, να εντοπίσετε και να ανιχνεύσει
  • WebΌριοανίχνευσης∙ ανίχνευση της παρατήρησης?
miss overlook pass over
ascertain descry find determine dig out dig up discover dredge (up) ferret (out) find out get hit (on upon hunt (down up learn locate nose out root (out) rout (out) rummage run down scare up scout (up) track (down) turn up
v.
1.
να παρατηρήσετε κάτι, ειδικά όταν δεν είναι προφανές
2.
να αποδείξει ότι κάτι είναι παρούσα χρησιμοποιώντας επιστημονικές μεθόδους