- v.Συνήγορος? υποστήριξη? υποστήριξη
- n.Υποστηρικτές υποστηρικτές? δικηγόρο· συνήγορος
- WebΣυνηγορία αξιώσεις, συνήγορος
n. | 1. κάποιος που υποστηρίζει έντονα και δημόσια κάποιος ή κάτι2. δικηγόρος |
v. | 1. να υποστηρίξει δημοσίως μια συγκεκριμένη πολιτική ή τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων |
-
Αγγλική λέξη advocate δεν μπορεί να γίνει.
-
Βασίζεται σε advocate, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
d - advocated
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το advocate, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με advocate, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν advocate ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με advocate
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : a ad advocate v oc oca cat cate a at ate t e
- Βασίζεται σε advocate, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: ad dv vo oc ca at te
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με advocate από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με advocate :
advocate advocates -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν advocate :
advocate advocates -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με advocate :
advocate