bashful

Προφορά της λέξης:  US [ˈbæʃfəl] UK [ˈbæʃf(ə)l]
  • adj.Ντροπαλός? ντροπαλός
  • WebΝτροπαλός και ντροπαλός? είστε πολύ ντροπαλός
adj.
1.
εύκολα σε δύσκολη θέση όταν είστε με άλλα άτομα