- adj.Ντροπαλός? Περιορισμούς· Οικονομικές δυσκολίες
- v.«Φέρουν σε δύσκολη θέση"αόριστο και την μετοχή αορίστου
- WebΔύσκολη? Αγωνία, Ενοχλητικό
adj. | 1. ντρέπεται για κάτι και ανησυχούν για το τι άλλοι άνθρωποι θα σκέφτονται από εσάς? κάνουν να νιώθεις άβολα επειδή δεν ξέρετε τι να πω ή να κάνω |
v. | 1. Το αόριστος και παθητική μετοχή του embarrass |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: embarrassed
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το embarrassed, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με embarrassed, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν embarrassed ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με embarrassed
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : e em emba embar m b ba bar a ar arras r r ras a as ass s s se e ed
- Βασίζεται σε embarrassed, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: em mb ba ar rr ra as ss se ed
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με embarrassed από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με embarrassed :
embarrassed -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν embarrassed :
embarrassed -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με embarrassed :
embarrassed