unmistakable

Προφορά της λέξης:  US [ˌʌnmɪˈsteɪkəb(ə)l] UK [.ʌnmɪ'steɪkəb(ə)l]
  • adj.Κανένα λάθος? Για σίγουρος? Σαφές
  • WebΕπίκλιση πάει στραβά? Προφανές? Ακριβή
adj.
1.
πολύ εύκολο να αναγνωριστεί
adj.