- v.(Ένα) ότι πάρα πολύ παλιά [παλιό] απέρριψε [εξαλειφθούν·] Pension συνταξιοδότηση
- WebΣύνταξης αρχαιότητας? Λόγω μεγάλη ηλικία συνταξιοδότησης· Άτομα που λαμβάνουν επιδόματα
v. | 1. να γίνει συνταξιούχος με σύνταξη, ή να συνταξιοδοτηθούν κάποιος σύνταξη2. να απορρίψει κάτι ή να προκαλέσει κάτι να απορριφθεί λόγω του παρωχημένου |
- This change..does not superannuate either Shakespeare, or Homer.
Πηγή: T. S. Eliot
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: superannuate
-
Βασίζεται σε superannuate, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
d - superannuated
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το superannuate, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με superannuate, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν superannuate ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με superannuate
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : s sup supe super up p pe per e er era r ran a an nu a at ate t e
- Βασίζεται σε superannuate, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: su up pe er ra an nn nu ua at te
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με superannuate από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με superannuate :
superannuate superannuated -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν superannuate :
superannuate superannuated -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με superannuate :
superannuate