keelhauling

  • v.(Κάποιος) με ένα σχοινί δεμένο με το κάτω μέρος του τη ρυμούλκηση σκάφους (ως τιμωρία)? Καταδίκασε αυστηρά
  • WebΝαυάγιο πλοίου κάτω
baste bawl out berate call down castigate chastise chew out dress down flay hammer jaw scold lambaste lambast lecture rag rail (at against rant (at) rate ream (out) rebuke reprimand reproach score tongue-lash upbraid
v.
1.
να σύρετε κάποιος σε ένα σχοινί από τη μία πλευρά ενός πλοίου στην άλλη κάτω από την καρίνα ως μια μορφή τιμωρίας
2.
να επιπλήξει κάποιος σοβαρά