- v.Αποκτήστε πρόσβαση σε που έχουν παραληφθεί
- n.Κέρδος? μισθού. "ζωοτεχνία" μοσχάρια, παραγωγή (άνθρακας)
- WebΠάρετε? πάρει αποκτήθηκαν
v. | 1. για να αποκτήσετε, να λάβετε ή να δοθεί κάτι? να αγοράσει κάτι? να πάει και να φέρει κάτι πίσω από κάπου αλλού? να κερδίσουν ή να λάβει ένα χρηματικό ποσό? για την απόκτηση πληροφοριών? να έχουμε μια ιδέα ή αίσθηση? να έχουμε μια ασθένεια ή πάθηση? να αποκτήσουν όφελος ή να έχουν μια θετική αίσθηση όταν κάνουμε κάτι? για την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος2. ξεκινώ να είναι σε ένα συγκεκριμένο μέλος ή έχουν μια ιδιαίτερη ποιότητα? να γίνει: χρησιμοποιείται με ανώμαλα ρήματα σε μορφή τους παθητικούς? να προκαλέσει κάποιος ή κάτι για να είναι σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος· να βάλετε σε ή να απογειωθεί ρούχα3. να κάνει κάτι, ή να το κάνει για σένα. να κάνει κάποιος κάνει κάτι, ή να τους πείσουμε να το κάνει4. να κινηθεί προς ή από μια θέση ή τόπο? να κάνει κάποιος ή κάτι μετακίνηση προς ή από μια θέση ή τόπο? να φθάσει σε μια θέση? να έρθει να είναι σε θέση ή τόπο? να στείλει κάτι σε ένα πρόσωπο ή τόπο? να ταξιδέψουν σε συγκεκριμένη απόσταση5. να εξελιχθεί σε ένα συγκεκριμένο σημείο, όταν κάνετε κάτι τέτοιο? να ξεκινήσει κάτι, την πρόοδο, ή πηγαίνει κάπου? να κάνει ή να βοηθήσει κάποιος ή κάτι θα αρχίσει να κάνει κάτι, την πρόοδο, ή πηγαίνει κάπου6. να ταιριάζει ή να βάλουμε κάτι σε ένα μέρος7. να καταλάβει κάποιος ή κάτι8. να έχουν την ευκαιρία ή να είναι σε θέση να κάνει κάτι9. να σκοτώσουν κάποιον? να επιτεθεί κάποιος? να πιάσει ή να τιμωρήσουν κάποιον10. να απαντήσει την πόρτα ή το τηλέφωνο11. για να χρησιμοποιήσετε ένα συγκεκριμένο όχημα να ταξιδέψει κάπου12. να είναι σε θέση να λάβετε ειδικές εκπομπές για την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο? να λαμβάνετε τακτικά εφημερίδας / περιοδικού13. να προετοιμάσει ένα γεύμα14. να ενοχλήσει κάποιος15. για να φτάσει κάποιος από το τηλέφωνο |
- get about
- get across
- get after
- get along
- get anywhere
- get around
- get around to
- get at
- get away
- get away with
- get back
- get behind
- get by
- get down
- get down to
- get in
- get it
- get it on
- get nowhere
- get off
- get (someone) off
- get off on
- get on
- get on for
- get (right) on it
- get out
- get out of
- get over
- get one's own back
- get somewhere
- get so (that)
- get there
- get through
- get to
- get together
- get up
- get with
-
Αγγλική λέξη getting δεν μπορεί να γίνει.
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
-
Όλα μικρότερη αγγλικές λέξεις εντός getting :
egg en eng et gen gent get gie gien gig gin git in it ne net nett nit nite teg ten tent tet ti tie tin tine ting tinge tint tit - Λίστα όλα μικρότερη αγγλικών λέξεων σε getting.
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με getting, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν getting ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με getting
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : g get getting e et ett t t ti tin ting in g
- Βασίζεται σε getting, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: ge et tt ti in ng
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με getting από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με getting :
getting -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν getting :
getting -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με getting :
getting