assembler

Προφορά της λέξης:  US [əˈsemblər] UK [əˈsemblə(r)]
  • n.Συναρμολογητή? Συναρμολογητή
  • WebΣυναρμολογητή? Συνέλευση μεταγλωττιστής. Συνέλευση γλώσσα
n.
1.
[Υπολογιστή] Το παράγωγο της συναρμολόγηση
2.
ένα πρόγραμμα υπολογιστή που αλλάζει τη γλώσσα assembly σε γλώσσα μηχανής