windier

Προφορά της λέξης:  US [ˈwɪndi] UK ['waɪndi]
  • adj.Άνεμος? Άνεμος? Άνεμος? Άνεμος
  • n."Γυναικεία ονόματα" γυναίκα
  • WebΘυελλώδεις? Itβˆ ™ s ανεμώδηs
adj.
1.
< αρχαϊκή > ίδιο με προσήνεμο
2.
με πολύ αέρα? χρησιμοποιείται για χώρους όπου υπάρχει πολύ αέρα
3.
χρησιμοποιώντας πολλές μεγάλες λέξεις να προσπαθήσει να εντυπωσιάσει τους ανθρώπους, αλλά δεν πραγματικά να λέει πάρα πολύ
adj.