nerd

Προφορά της λέξης:  US [nɜrd] UK [nɜː(r)d]
  • n.Βαρετό ανθρώπους ηλίθιο άτομο, ντεμοντέ πρόσωπο· ανεμιστήρες υπολογιστών
  • WebNerd? μη διαβρωτική παλινδρόμηση (μη διαβρωτική παλινδρόμηση) και μη διαβρωτική gastroesophageal reflux ασθένεια
n.
1.
κάποιος που δεν είναι σωματικά ελκυστικές και δεν έχει πολύ κοινωνική δυνατότητα
2.
κάποιος που ενδιαφέρεται πολύ για τεχνικά ή επιστημονικά θέματα, ειδικά υπολογιστές. Αυτή η λέξη δείχνει συνήθως ότι νομίζετε ότι άνθρωποι σαν αυτό είναι βαρετό