waggoner

Προφορά της λέξης:  UK ['wægənɚ]
  • n.Πιλότος (καλάθι): "δικό μου" θεριζοαλωνιστικές μηχανές σιτηρών "ημέρες" εργασίας auriga
  • WebΒάγκνερ? άνθρωποι που κάνουν τα καροτσάκια? d-na