- adj.(Α) κυστίδια? Μικρός ΣΆΚΟΣ (-όπως)
- WebVesiculated
v. | 1. να σχηματίσουν φουσκάλες ή κύστεις σε κάτι, ή να λάβει σχετικά με τη μορφή μια φουσκάλα ή κύστη |
adj. | 1. έχοντας ή που μοιάζουν με κυψέλες ή κυστίδια |
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: vesiculated
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το vesiculated, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με vesiculated, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν vesiculated ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με vesiculated
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : v ve vesicula e es s si sic ic cu ul ula la lat late lated a at ate t ted e ed
- Βασίζεται σε vesiculated, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: ve es si ic cu ul la at te ed
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με vesiculated από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με vesiculated :
vesiculated -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν vesiculated :
vesiculated -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με vesiculated :
vesiculated