taskmasters

Προφορά της λέξης:  US [ˈtæskˌmæstər] UK [ˈtɑːskˌmɑːstə(r)]
  • na.Εργοδηγός? Επιτηρητής? Σκληρή master
  • WebΕργάτες
slave driver
n.
1.
κάποιος που κάνει τους ανθρώπους να εργαστούν πολύ σκληρά