tanked

Προφορά της λέξης:  US [tæŋkt] UK ['tæŋkt]
  • adj.Χρησιμοποιείται κυρίως στα Αγγλικά Η.π.α
  • v.Αόριστο και την μετοχή αορίστου μορφή της δεξαμενής
  • WebKe μαυρίσματος; Γερμανία δεξαμενή? Δεξαμενή κράνος
adj.
1.
< άτυπη > Αγγλικά Amercian εξαιρετικά μεθυσμένος, χρησιμοποιείται κυρίως σε
v.
1.
το παρελθόν τεταμένη και ξεβοτανίζω, δεξαμενή