standouts

Προφορά της λέξης:  US [ˈstændˌaʊt] UK [ˈstændaʊt]
  • adj.Outstanding (άνθρωποι)? Εξαιρετική? Εξαιρετικό πρόγραμμα αναπαραγωγής. Όσοι επιμένουν στο στόμα
  • WebΣημαντικό? Σπουδαίους ανθρώπους? Σας κάνουν να ξεχωρίσετε
adj.
1.
αισθητή λόγω πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε ή οτιδήποτε άλλο
n.
1.
κάποιος ή κάτι που θα παρατηρήσετε, επειδή είναι πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε ή οτιδήποτε άλλο