snippets

Προφορά της λέξης:  US [ˈsnɪpət] UK [ˈsnɪpɪt]
  • n.Κομμάτι (ειδήσεις, γνώση, κλπ)? αποσπάσματα? ενημερωμένη έκδοση κώδικα? μικρά κομμάτια
  • WebΚατακερματίσουν? αποσπάσματα? τμήματα του κώδικα
n.
1.
ένα μικρό κομμάτι από κάτι, ιδίως πληροφορίες ή ειδήσεις