smooch

Προφορά της λέξης:  US [smutʃ] UK [smuːtʃ]
  • n.Βρώμικο? λεκέδες
  • v.(Ειδικά όταν αργός χορός) φιλιά αγκάλιασμα
  • WebΑγκαλιές φιλιά φιλιά δυνατά? αγκαλιά, φιλιά
v.
1.
< αργκό, AmE > ίδιο με 接吻, 拥抱, 爱抚, 〔美国〕 smutch
2.
Αν δύο ανθρώπους να smooch, φιλί και πιασμένοι στενά
v.
1.
<<> slang,  Same as 接吻;拥抱爱抚;〔美国〕 smutch