scuts

  • n.(Κουνέλια, ελάφια), κοντός-παρακολουθημένο? κοντός-παρακολουθημένο θηρία (βρώμικο) λίγο? χυδαίο, ποταπή πρόσωπο
  • WebΝότια Κίνα, του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου (Νότια Κίνα University of Technology) άνθρωπος τα κινεζικά laborers? εισήγαγε Νότια Κίνα, του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου
n.
1.
μια κοντή ουρά όρθια, π. χ. που ενός κουνελιού
n.
1.
a short erect tail, e. g. that of a rabbit