rectangular

Προφορά της λέξης:  US [rekˈtæŋɡjələr] UK [rekˈtæŋɡjʊlə(r)]
  • adj.Ορθογώνιο? Καθέτως προς το
  • WebΟρθογώνιο? Ορθογωνικό. Ορθογώνια ντεγκραντέ
adj.
1.
με το σχήμα ενός ορθογωνίου
adj.