recollected

Προφορά της λέξης:  US [ˌrekəˈlekt] UK [.rekə'lekt]
  • v.Αναμνήσεις? Θυμίζει εμένα. Κοιτάζοντας πίσω? Σκεφτείτε
  • WebΥπενθυμίζει? Αναμνήσεις? Δροσερό
v.
1.
να θυμηθούμε κάτι που έχει συμβεί