reborn

Προφορά της λέξης:  US [ˌriˈbɔrn] UK [ˌriːˈbɔː(r)n]
  • v.Αναγέννηση κύκλο· αποκατάσταση του περιβάλλοντος· Άλλη μία φορά
  • adj.Αναγέννηση; Αναγέννηση; νέα
  • WebΗ Ανάσταση του δασκάλου? αναγέννηση
adj.
1.
ανασυνταχθεί ή αναγεννημένων, ιδίως προκειμένου να είναι αποτελεσματική ή μοντέρνα, ή ανανεωμένη πνευματικά