pyralid

Προφορά της λέξης:  US ['pɪrəlɪd] UK ['pɪrəlɪd]
  • WebPyralidae
n.
1.
μια μικρή ή μεσαίου μεγέθους, λεπτός σκώρο με μακριές τριγωνικές forewings.
n.