- n.Πολυμορφισμός "Ζωή" (φαινόμενα)? "Στροφή" (ομοιογενή) πολυμορφισμός (φαινόμενο)
- WebΤύπου· Πολυμορφισμός? Πολυμορφισμός
n. | 1. το χαρακτηριστικό των υπαρχόντων σε διαφορετικές μορφές2. μια διαφορά στην ακολουθία DNA μεταξύ των ατόμων |
adj.polymorphic
adv.polymorphously
-
Αναδιάταξη αγγλική λέξη: polymorphism
-
Βασίζεται σε polymorphism, νέες λέξεις που σχηματίζονται προσθέτοντας ένα γράμμα στην αρχή ή στο τέλος
s - polymorphisms
- Αγγλικές λέξεις που περιέχουν το polymorphism, με περισσότερα από επτά γράμματα : Κανένα αποτέλεσμα
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με polymorphism, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν polymorphism ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με polymorphism
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : p pol poly ly y m mo mor morp morph or orphism r p phi phis h hi his is ism s m
- Βασίζεται σε polymorphism, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: po ol ly ym mo or rp ph hi is sm
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με polymorphism από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με polymorphism :
polymorphism -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν polymorphism :
polymorphism -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με polymorphism :
polymorphism