perplexing

Προφορά της λέξης:  US [pərˈpleksɪŋ] UK [pə(r)ˈpleksɪŋ]
  • adj.Το συγκρότημα, Σύγχυση? Ανησυχητική
  • v.«Προβληματίζουν"Επίθετα
  • WebΣύγχυση? Μπερδεύοντας? Συγκρότημα
adj.
1.
σύγχυση
v.
1.
Η μετοχή ενεστώτα του perplex