paved

Προφορά της λέξης:  US [peɪv] UK [peɪv]
  • v.Ωοτοκίας- για τον... Χρήση
  • WebΠλακόστρωτη? πλακόστρωτη? και πλακόστρωτα
v.
1.
να θέσει σε σκληρή, επίπεδη επιφάνεια σε μια περιοχή του εδάφους, με τουβλάκια, μπλοκ από πέτρα, σκυρόδεμα, κλπ