oxidizer

Προφορά της λέξης:  US ['ɒksəˌdaɪzə] UK ['ɒksɪˌdaɪzə]
  • n.««Οξειδωτικό
  • WebΟξείδωση μετατροπείς οξειδωμένα προϊόντα οξείδια