muskiest

Προφορά της λέξης:  US [ˈmʌski] UK ['mʌski]
  • adj.Μόσχος [MS]
  • WebΜόσχος. Μοσχάτος? Ψάρια λύκων
adj.
1.
παρόμοια με musk στη μυρωδιά
adj.