mudlark

Προφορά της λέξης:  US ['mʌdlɑ:k]
  • na.Παιδιά του δρόμου? Ελληνικά Moor κορυδαλλοί χυδαίο (κατά την άμπωτη) στον ποταμό λάσπη κουρέλι άνθρωπο
  • WebMudlark ποδιών
n.
1.
ένα παιδί που ζει στους δρόμους και να κερδίσετε χρήματα με την πώληση των αντικειμένων που βρίσκονται στην παλιρροιακή λάσπη