modification

Προφορά της λέξης:  US [ˌmɑdɪfɪˈkeɪʃ(ə)n] UK [ˌmɒdɪfɪˈkeɪʃ(ə)n]
  • n.Βελτίωση? Τροποποιηθεί? Αλλαγή
  • WebΤροποποίηση· Τροποποιήσεων· Αλλαγή
n.
1.
μια μικρή αλλαγή σε κάτι, ειδικά σε ένα μηχάνημα, το σύστημα, ή το σχέδιο
2.
η διαδικασία αλλαγής κάτι ελαφρώς, ιδίως προκειμένου να βελτιωθεί το