loggerhead

Προφορά της λέξης:  US ['lɒgəˌhed] UK ['lɒgəhed]
  • n.Ένας ανόητος? Φαλαινοθηρικό πλοίο Πρυμναίο κύλινδροι? Μπάλα στο σίδερο
  • WebΈνας ανόητος? Χελώνες? Θαλάσσια χελώνα
n.
1.
[Ζώο] Ίδιο με shrike Καρέτα-Καρέτα
2.
[Ζώο] Ίδια με την χελώνα Καρέτα-Καρέτα. στα μαχαίρια με κάποιον
n.
1.
[Animal] Same as loggerhead shrike