isomerism

Προφορά της λέξης:  US ['aɪsəmərɪzəm] UK ['aɪsəmərɪzəm]
  • n.Ισομέρεια? Ισομερών
  • WebΕτερογενής φαινόμενο· Ισομερών φαινόμενο· Ομοιογενές psionic δύναμη
n.
1.
η ύπαρξη δύο ή περισσότερα μόρια που είναι ισομερή
2.
η ύπαρξη δύο ή περισσοτέρων νουκλεονίων που είναι ισομερή