institutionalization

Προφορά της λέξης:  US [ˌɪnstɪˈtuʃənlˌaɪzeʃən] UK [ɪnstɪt'ju:ʃənəlˌaɪzeʃən]
  • n.Θεσμοθετημένη (διακυβέρνηση)
  • WebΘεσμοθετημένη? Σχηματίστηκε? Παραγγελία