indiscreet

Προφορά της λέξης:  US [ˌɪndɪˈskrit] UK [ˌɪndɪˈskriːt]
  • adj.Αδιάκριτα? Απρονοησία? Απερίσκεπτη
  • WebΑλιεύουν το χρυσό? Εξάνθημα? Σύνεση
adj.
1.
επιδεικνύοντας έλλειψη απόφαση, ιδίως από το να μιλάμε για πράγματα που έχουν ως στόχο να είναι ιδιωτικές