incestuous

Προφορά της λέξης:  US [ɪnˈsestʃuəs] UK [ɪnˈsestjuəs]
  • adj.Αιμομιξίας? Συγγενείς, βιαστεί? Μικρή ομάδα? Μικρές ομάδες
  • WebΑποκλειστική
adj.
1.
που αφορούν την αιμομιξία
2.
δεν είναι καλό λόγω πάντα που αφορούν την ίδια ομάδα ανθρώπων