handshake

Προφορά της λέξης:  US [ˈhæn(d)ˌʃeɪk] UK ['hæn(d).ʃeɪk]
  • n.Χειραψία
  • WebΧειραψία πακέτα? Λαβή τύπου? Χειραψία σήματα
n.
1.
η πράξη του κουνώντας το χέρι κάποιου, για παράδειγμα ως ένα χαιρετισμό
n.
1.
the act of shaking someone's hand, for example as a greeting