gutless

Προφορά της λέξης:  US [ˈɡʌtləs] UK ['ɡʌtləs]
  • adj.Έλλειψη θάρρους? δειλός? χωρίς επιμονή
  • WebΆβουλη και άνανδρη και ψόφιος
adj.
1.
δεν είναι καθόλου γενναίος ή καθορίζεται
adj.