foredoom

Προφορά της λέξης:  UK [fɔː'duːm]
  • v.Που προορίζονται για να... Ατυχής
  • WebΚαταδικασμένη εκ των προτέρων? εκ των προτέρων
v.
1.
να καταδικάζουμε κάτι ή κάποιος εκ των προτέρων σε αποτυχία ή καταστροφή
  • His efforts were..foredoomed to failure.
    Πηγή: Bosworth Smith