exploder

Προφορά της λέξης:  US [ɪk'sploʊdə] UK [ɪks'pləʊdə]
  • n.Πυροκροτητή? Έκρηξη? Πυρίτιδες και εκρηκτικές ύλες Αμμοβολής μηχάνημα
  • WebΕκρηκτική παραγόντων· Το βομβαρδιστικό αεροπλάνο? Πυροκροτητής