dullards

Προφορά της λέξης:  US [ˈdʌlərd] UK [ˈdʌlə(r)d]
  • n.Ηλίθιος
  • WebΟ ανόητος των ανόητων??, ανόητη
n.
1.
κάποιος που δεν είναι ευφυής