differential

Προφορά της λέξης:  US [ˌdɪfəˈrenʃ(ə)l] UK [.dɪfə'renʃ(ə)l]
  • n.Η διαφορά? Η διαφορά? Post? (Ειδικά σε διαφορετικούς τύπους του ίδιου κλάδου) πληρώνουν διαφορικά
  • adj.Διαφορετικά? Διαφορά? Μια διαφορά μεταξύ
  • WebΔιαφορικό? Διαφορικό? Διαφορά
n.
1.
η διαφορά μεταξύ των δύο ποσών, τιμές ή τιμές