decussated

  • adj.Σταυρό. "Φύτευση" decussate
  • v.Σταυρός ×
  • WebΣταυρό στην Σταυρού. Στο x-σχήμα Σταυρού? Διαγώνια αντίθετο
adj.
1.
έχοντας σχήμα Σταυρού
2.
περιγράφει φύλλα που σχηματίζουν ζεύγη απέναντι από το άλλο και καθέτως προς το ζεύγος των παραπάνω και το ζευγάρι παρακάτω, όπως και το άλογο κάστανο