cannot

Προφορά της λέξης:  US [kəˈnɑt] UK [ˈkænɒt]
  • abbr.(=
  • WebΔεν μπορούμε να κάνουμε, δεν
abbr.
1.
(= δεν μπορεί)
modv.
1.
η αρνητική μορφή του μπορεί να. Το λιγότερο επίσημο τρόπο λέει και γραπτώς αυτό είναι μπορεί να ' t
abbr.
1.
(= can not) 
modv.
1.
the negative form of can. The less formal way of saying and writing this is can’ t