blundering

Προφορά της λέξης:  US [ˈblʌnd(ə)rɪŋ] UK ['blʌnd(ə)rɪŋ]
  • adj.Απρόσεκτο? Ανόητο
  • v.Μετοχή ενεστώτα μορφή την γκάφα
  • WebΟρμητικός? Αδέξια? Αδέξια
err boob flub fluff foul up fumble goof (up) louse up mess (up) screw up slip up stumble trip
adj.
1.
εξαιρετικά απρόσεκτος ή ηλίθια
v.
1.
η μετοχή ενεστώτα του γκάφα