blooper

Προφορά της λέξης:  US [ˈblupər] UK [ˈbluːpə(r)]
  • n.Blooper στο κοινό· ένας ανόητος
  • WebΣημαντικό πλήγμα? Στιγμιότυπα? σφάλμα στην τηλεόραση
n.
1.
ένα ανόητο ή ενοχλητικό λάθος