basal

Προφορά της λέξης:  US ['beɪsl] UK ['beɪsl]
  • adj.Κάτω ή βάση? βασική
  • n."" Άσης
  • WebΒασική, βασική τύπους βάσεων
adj.
1.
στο είτε εντασσόμενο στο κάτω μέρος της κάτι
2.
βασικό ή θεμελιώδη