anxious

Προφορά της λέξης:  US [ˈæŋkʃəs] UK ['æŋkʃəs]
  • adj.Ανήσυχος λαχτάρα ανησυχούν ανησυχίες
  • WebΑνησυχούν? πρόθυμοι, άγχος
adj.
1.
ανησυχούν επειδή νομίζετε ότι κάτι κακό μπορεί να συμβεί
2.
θέλει κάτι πάρα πολύ, ειδικά όταν αυτό σας κάνει νευρικό, συγκινημένος, ή ανυπόμονος
3.
μια φορά ανήσυχος ή κατάσταση είναι μία στην οποία ανησυχείτε για κάτι