weatherproofs

Προφορά της λέξης:  US [ˈweðərˌpruf] UK [ˈweðə(r)ˌpruːf]
  • adj.Το ρολόι? Προστασία από τις καιρικές συνθήκες? Δεν επηρεάζεται από τις καιρικές συνθήκες
  • v.Αδιάβροχη
  • WebΑδιάβροχο? Δεν επηρεάζονται από το κλίμα? Αδιάβροχη
adj.
1.
αρκετά ισχυρή για να είναι στο ύπαιθρο χωρίς να υποστεί βλάβη από τις καιρικές συνθήκες
2.
παρέχει προστασία από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες