- adv.Αδύναμα? αδυναμία? αδυναμία? ψυχρά
- adj.Αδύναμη? αδύναμη
- WebΑδύναμη? αδύναμη? μαλακό"
adv. | 1. χωρίς πολλή δύναμη ή την ισχύ |
-
Αγγλική λέξη weakly δεν μπορεί να γίνει.
- Προσθέτοντας ένα γράμμα δεν αποτελεί νέο αγγλικές λέξεις.
-
Όλα μικρότερη αγγλικές λέξεις εντός weakly :
ae al ale alky aw awe awl ay aye el elk ka kae kale kay kea key la lake laky law lay lea leak leaky lek ley lye wae wake wale walk waly way we weak weal weka wye wyle ya yak yaw yawl ye yea yelk yew - Λίστα όλα μικρότερη αγγλικών λέξεων σε weakly.
- Λίστα όλων των αγγλικών λέξεων Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με weakly, Αγγλικές λέξεις που περιέχουν weakly ή Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με weakly
- Με την ίδια σειρά, Αγγλικές λέξεις που σχηματίζονται από οποιοδήποτε μέρος του : w we weak weakly e a ak akly k ly y
- Βασίζεται σε weakly, όλες τις αγγλικές λέξεις σχηματίζονται αλλάζοντας ένα γράμμα
- Δημιουργήσετε νέα αγγλικές λέξεις με την ίδια ζεύγη γραμμάτων: we ea ak kl ly
- Βρείτε Ελληνικά λέξεις που αρχίζουν με weakly από το επόμενο γράμμα
-
Αγγλικές λέξεις που αρχίζουν με weakly :
weakly -
Αγγλικές λέξεις που περιέχουν weakly :
weakly -
Αγγλικές λέξεις που τελειώνουν με weakly :
weakly